Παρενδυτικός / παρένδυση:

Η έκφραση φύλου (π.χ. ρουχισμός, μακιγιάζ κλπ.) ενός ατόμου που δεν συμβαδίζει με το βιολογικό φύλο που του αποδόθηκε από την κοινωνία και την προσδοκία που απορρέει κοινωνικά από αυτή την απόδοση (π.χ. ένα άτομο με βιολογικά και ανατομικά χαρακτηριστικά άνδρα φοράει φορέματα, έχει μακριά μαλλιά και φοράει μακιγιάζ). Ήδη από την προ-νεωτερική ιστορία, η παρενδυσία ακολουθούνταν ως πρακτική που είχε στόχο τη μεταμφίεση, την άνεση, τη διασκέδαση και την έκφραση κάποιου προσώπου.

Scroll to Top